ταμαχκιάρης


ταμαχκιάρης
Προφορά

Ετυμολογία
ταμαχκιάρης └τουρκ┘tamahkâr

Ερμηνεία
επίθετο┘ ταμαχκιάρης -α, -ικο

✦ πλεονέκτης, άπληστος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.