σύγκριμα
Προφορά
Ετυμολογία
σύγκριμα μεταγενέστερη ελληνική σύγκριμα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το σύγκριμα
✦ στερεό σώμα που σχηματίστηκε από καθίζηση διαλυμάτων
✦ (γεωλ.) ακανόνιστος όγκος ορυκτών ουσιών με σύσταση τελείως διαφορετική από τα πετρώματα που τις περικλείουν
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–