σύγκορμος


σύγκορμος
Προφορά

Ετυμολογία
σύγκορμος συν + κορμί

Ερμηνεία
επίθετο┘ σύγκορμος -η, -ο

✦ που απλώνεται σε όλο το σώμα: σύγκορμο ρίγος
✦ (κ. για πρόσ.) φρ. τρέμει σύγκορμος, ολόκληρος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
σύγκορμα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.