συχνο-


συχνο-
Προφορά

Ετυμολογία
συχνο- συχνός

Ερμηνεία
συχνο-

✦ α΄ συνθετ. πολλών λέξεων που δίνει σ’ αυτές την έννοια της συχνότητας (συχνοδιαβαίνω, συχνορωτώ)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.