συντράπεζος
Προφορά
Ετυμολογία
συντράπεζος αρχαία ελληνική συντράπεζος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ συντράπεζος -η, -ο
✦ που κάθεται και τρώγει στο ίδιο τραπέζι με άλλον ή άλλους: οι συντράπεζοι παίρνανε το σκοπό, τον τραγουδούσανε κι αυτοί (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
ομοτράπεζος
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–