συνοδικός


συνοδικός
Προφορά

Ετυμολογία
συνοδικός μεταγενέστερη ελληνική συνοδικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ συνοδικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στη σύνοδο, ο της συνόδου
✦ (ως ουσ.) συνοδικός, μέλος της Ιεράς Συνόδου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.