συναντώ


συναντώ
Προφορά

Ετυμολογία
συναντώ αρχαία ελληνική συν-αντάω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα συναντώ -άς, -ά

✦ βρίσκω κάποιον τυχαία ή με προκαθορισμένο ραντεβού κάπου, ανταμώνω
✦ αντιμετωπίζω κάτι: συνάντησε πολλές δυσκολίες
✦ διασταυρώνομαι, ενώνομαι: ο δρόμος συναντά τη σιδηροδρομική γραμμή
✦ αντιμετωπίζω αντίπαλο: θα συναντηθούν σε αποφασιστικό αγώνα
✦ (μέσ.) συναντιέμαι (-ώμαι), ανταμώνομαι με κάποιον

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.