συναλλάσσω
Προφορά
Ετυμολογία
συναλλάσσω αρχαία ελληνική συναλλάσσω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ συναλλάσσω
✦ ανταλάσσω αμοιβαία
✦ συμφιλιώνω
✦ (μέσ.) συναλλάσσομαι, εκτελώ εμπορικές πράξεις, έχω δοσοληψίες, νταραβερίζομαι
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–