συνακόλουθος
Προφορά
Ετυμολογία
συνακόλουθος αρχαία ελληνική συνακόλουθος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ συνακόλουθος -η, -ο
✦ που ακολουθεί, συνοδεύει άλλον
✦ επακόλουθος, που επακολουθεί ως λογική συνέπεια: ευμάρεια και η συνακόλουθή της δυστυχία (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
συνακόλουθα (Κ συνακολούθως)