συν


συν
Προφορά

Ετυμολογία
συν αρχαία ελληνική σύν

Ερμηνεία
συν

✦ πρόθ. στην λόγια συντάσσεται με δοτική και σημαίνει: α) μαζί, από κοινού: φρ. συν γυναιξί και τέκνοις β) προσέτι, ακόμη, επιπλέον: συν τοις άλλοις γ) με τη βοήθεια: φρ. συν Θεώ. Σε σύνθεση, δηλώνει: α) το μαζί ή ταυτόχρονα (συμβαδίζω, συνέρχομαι) β) ταυτότητα: (συμφωνώ, συνομήλικος) γ) ένωση πολλών σε ένα (σύνολο, συνομοσπονδία) δ) επίταση ή ολοκλήρωση (σύσσωμος, συντριβή). Κατά τη σύνθεση, το -ν τρέπεται: σε -μ πριν από χειλικό σύμφωνο (συμπράττω, συμβασιλεύω, συμφιλιώνω)· σε -λ πριν από το λ (συλλαμβάνω, συλλέγω)· σε -γ πριν από λαρυγγικό σύμφωνο (συγκατοικώ, συγγράφω, συγχωρώ)· σε -ρ πριν από ρ (συρρέω, σύρριζα). Στα μαθηματικά, αποτελεί το σημείο της πρόσθεσης (+)· φρ. τα συν και πλην, τα υπέρ και τα κατά, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα. Στη δημοτική με ονομαστική σε φρ. όπως: θα είμαστε δέκα συν οι οικοδεσπότες (και επιπλέον οι οικοδεσπότες)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.