συμπεριφορά
Προφορά
Ετυμολογία
συμπεριφορά μεταγενέστερη ελληνική συμπεριφορά
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η συμπεριφορά
✦ ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρεται κάποιος, διαγωγή: καλή – κακή συμπεριφορά
✦ τρόπος με τον οποίο ενεργεί ένα ζώο: συμπεριφορά των μελισσών
✦ (για συσκευή, ουσία κτλ.) ο τρόπος που δρα, αντιδρά, λειτουργεί κτλ.: η συμπεριφορά της μηχανής του αυτοκινήτου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–