συμπίπτω


συμπίπτω
Προφορά

Ετυμολογία
συμπίπτω αρχαία ελληνική συμπίπτω

Ερμηνεία
ρήμα συμπίπτω

✦ συνταυτίζομαι: δε συμπίπτουν οι απόψεις μας
✦ εκδηλώνομαι, εμφανίζομαι, πραγματοποιούμαι κτλ. κατά τον ίδιο χρόνο με κάτι άλλο: το ταξίδι μας συνέπεσε με τις γιορτές
✦ (απρόσ.) συμπίπτει, συμβαίνει, τυχαίνει να

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.