συμπίλημα
Προφορά
Ετυμολογία
συμπίλημα μεσαιωνική ελληνική συμπίλημα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το συμπίλημα
✦ (μτφ. ) ότι δημιουργήθηκε με συμπίληση
✦ σύγγραμμα συντεθειμένο άτεχνα με την παράθεση περικοπών από διάφορες πηγές
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–