συμμαζεύω


συμμαζεύω
Προφορά

Ετυμολογία
συμμαζεύω συν + μαζεύω

Ερμηνεία
ρήμα συμμαζεύω

✦ συγκεντρώνω πράγματα διασκορπισμένα
✦ τακτοποιώ, συγυρίζω
✦ (κυριολ. κ. μτφ.) περιορίζω, συγκρατώ, χαλιναγωγώ

Συνώνυμα

Αντίθετα
αναστατώνω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.