συμβολαιογραφικός


συμβολαιογραφικός
Προφορά

Ετυμολογία
συμβολαιογραφικός συμβολαιογράφος

Ερμηνεία
επίθετο┘ συμβολαιογραφικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τη σύναψη συμβολαίων
✦ πληθ. ουδ. τα συμβολαιογραφικά ως ουσ., τα χρήματα που εισπράττει ο συμβολαιογράφος για τη σύναψη συμβολαίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.