στρωμάτσο


στρωμάτσο
Προφορά

Ετυμολογία
στρωμάτσο └ιταλ┘stramazzo, με επίδρ. του στρώμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το στρωμάτσο

✦ στρώμα
✦ κατασκεύασμα που κρεμιέται στα πλευρά του πλοίου, για να το προφυλάγει από συγκρούσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.