στρουκτούρα
Προφορά
Ετυμολογία
στρουκτούρα └αγγλ┘structure
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η στρουκτούρα
✦ οργάνωση της δομής ενός έργου
✦ σταθερή διάταξη στοιχείων που συνθέτουν ένα ενιαίο και οργανωμένο σύνολο ή σύστημα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–