στιλάτος


στιλάτος
Προφορά

Ετυμολογία
στιλάτος στιλ

Ερμηνεία
επίθετο┘ στιλάτος -η, -ο

✦ που έχει στιλ, κομψός: στιλάτο ντύσιμο
✦ (κ. για πρόσ.): στιλάτος άντρας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.