στεατοπυγικός


στεατοπυγικός
Προφορά

Ετυμολογία
στεατοπυγικός στεατοπυγία

Ερμηνεία
επίθετο┘ στεατοπυγικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στη στεατοπυγία, ο χαρακτηριστικός της στεατοπυγίας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.