σταχυολογώ


σταχυολογώ
Προφορά

Ετυμολογία
σταχυολογώ μεταγενέστερη ελληνική σταχυολογῶ

Ερμηνεία
ρήμα σταχυολογώ -είς, -εί

✦ μαζεύω στάχυα
(μτφ. ) επιλέγω και συγκεντρώνω αποσπάσματα από διάφορα κείμενα, ερανίζομαι, ανθολογώ: αλλ’ ας σταχυολογήσουμε μερικές δροσιστικές αράδες από τους δύο πρώτους τόμους (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.