στάσιμο


στάσιμο
Προφορά

Ετυμολογία
στάσιμο αρχαία ελληνική στάσιμον, └ουδ┘ του επιθέτου στάσιμος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το στάσιμο

✦ χορικό της αρχαίας τραγωδίας ανάμεσα σε δύο επεισόδια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.