σπερματοφόρος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σπερματοφόροςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σπερματοφόρος.mp3Ετυμολογίασπερματοφόρος σπέρμα + φέρω Ερμηνεία σπερματοφόρος ✦ κ. σπερμοφόρος, -α, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) που έχει ή παράγει σπέρμα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–