σπατουλαριστός


σπατουλαριστός
Προφορά

Ετυμολογία
σπατουλαριστός σπατουλάρω

Ερμηνεία
επίθετο┘ σπατουλαριστός -ή, -ό

✦ αυτός που έχει σπατουλαριστεί: σπατουλαριστός τοίχος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.