σπαρτιάτικος


σπαρτιάτικος
Προφορά

Ετυμολογία
σπαρτιάτικος μεταγενέστερη ελληνική σπαρτιατικός

Ερμηνεία
σπαρτιάτικος

✦ -ή, -ό κ. σπαρτιάτικος, -η, -ο επίθ. (Κ -ή, -όν) ο των Σπαρτιατών: σπαρτιατικός τρόπος ζωής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
σπαρτιατικά κ.σπαρτιάτικα, όπως θα ταίριαζε σε Σπαρτιάτες, λιτά, φτωχικά

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.