σουρουπώνει


σουρουπώνει
Προφορά

Ετυμολογία
σουρουπώνει σούρουπο

Ερμηνεία
σουρουπώνει

✦ απρόσ. ρ. (σουρούπωσε) αρχίζει να βραδιάζει

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.