σκληριά


σκληριά
Προφορά

Ετυμολογία
σκληριά σκληρίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η σκληριά

✦ γοερή κραυγή, σκλήρισμα: έβγαλε κάτι σκληριές, που τρόμαξε ο κόσμος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.