σκίτσο
Προφορά
Ετυμολογία
σκίτσο └ιταλ┘schizzo
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το σκίτσο
✦ πρόχειρο σχεδίασμα, απεικόνιση προσώπου ή πράγματος με απλές γραμμές, σκιαγράφημα
✦ (μτφ. ) σύντομη, πολύ γενική περιγραφή
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–