σερί Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply σερίΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/σερί.mp3Ετυμολογίασερί └γαλλ┘ serie (= σειρά) Ερμηνεία└επίρρημα┘ σερί ✦ στη σειρά, συνέχεια: πήρε σερί όλα τα υπουργεία – φρ. το πάει σερί, συνεχίζει τη δουλειά ή την υπόθεση με συνέπεια Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–