σειράδιο


σειράδιο
Προφορά

Ετυμολογία
σειράδιο μεσαιωνική ελληνική σειράδιον, υποκοριστικό του σειρά

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σειράδιο

✦ μικρό σκοινί, σιρίτι, κορδόνι: αστράφτανε τ’ ασημοκλώνια, τα σειράδια και τα κεντήματα (Π. Πρεβελάκης)
✦ (ναυτ.) καθένα από τα μικρά σκοινιά με τα οποία δένονται τα πανιά του πλοίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.