σαΐτα
Προφορά
Ετυμολογία
σαΐτα μεσαιωνική ελληνική σαΐττα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η σαΐτα
✦ το βέλος: χτύπησε… σαν τη σαΐτα πάνω στο σκουτάρι (Γ. Σεφέρης)
✦ εργαλείο υφαντικό με το οποίο περνούν το υφάδι μέσα από τις κλωστές του στημονιού: πέρνα, σαΐτα μου γοργή με το ψιλό μετάξι (Αργ. Εφταλιώτης)
✦ εργαλείο της ραπτομηχανής
✦ το φίδι δεντρογαλιά
✦ πλάστης για το ζύμωμα
✦ είδος χαρταετού
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–