σέβας
Προφορά
Ετυμολογία
σέβας αρχαία ελληνική σέβας
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το σέβας
✦ (μόνο στην ονομ., αιτιατ. κ. κλητ.: πληθ. τα σέβη κ. σεβάσματα) σεβασμός
✦ πληθ. τα σέβη, χαιρετισμός σε πρεσβύτερο ή σε πρόσωπο άξιο ιδιαίτερης τιμής
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
ασέβεια
Επιρρήματα
–