ρόδακας


ρόδακας
Προφορά

Ετυμολογία
ρόδακας ρόδαξ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ρόδακας

✦ γλυπτό κόσμημα σε σχήμα τριαντάφυλλου
✦ στη γοτθική αρχιτεκτονική, κυκλικός φωταγωγός πάνω από τις πύλες ναού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.