ροκανίζω


ροκανίζω
Προφορά

Ετυμολογία
ροκανίζω μεσαιωνική ελληνική ρουκανίζω

Ερμηνεία
ρήμα ροκανίζω

✦ λειαίνω την επιφάνεια ξύλου με το ροκάνι
(μτφ. ) τρώγω κάτι σκληρό
(μτφ. ) κατασπαταλώ (χρήματα, περιουσία, προίκα κτλ.)

Συνώνυμα
πλανίζω
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.