ροδώνας


ροδώνας
Προφορά

Ετυμολογία
ροδώνας μεταγενέστερη ελληνική ῥοδών

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ροδώνας

✦ τόπος γεμάτος τριανταφυλλιές, τριανταφυλλόκηπος

Συνώνυμα
ροδότοπος, ροδόκηπος
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.