ρενάρ


ρενάρ
Προφορά

Ετυμολογία
ρενάρ └γαλλ┘ renard (=αλεπού)

Ερμηνεία
ρενάρ

✦ άκλ. ουσ. γουναρικό από δέρμα αλεπούς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.