ρεμπέτης


ρεμπέτης
Προφορά

Ετυμολογία
ρεμπέτης ίσως από το ίδιο θέμα με το └σλαβ┘ rebenok (=παιδί, παλικάρι), πληθ. rebiata

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ρεμπέτης

✦ θηλ. ρεμπέτισσα αλήτης, μάγκας
✦ νωθρός, αχαΐρευτος
✦ ο συνθέτης και ο ερμηνευτής ρεμπέτικων τραγουδιών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.