ρεκορντγούμαν Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ρεκορντγούμανΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/ρεκορντγούμαν.mp3Ετυμολογίαρεκορντγούμαν └αγγλ┘recordman Ερμηνεία ρεκορντγούμαν ✦ άκλ. ουσ. θηλ. ρεκορντγούμαν (αγγλικά recordwoman) κάτοχος ρεκόρ Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–