ραφή


ραφή
Προφορά

Ετυμολογία
ραφή αρχαία ελληνική ῥαφή

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ραφή

✦ η πράξη και το αποτέλεσμα του ράβω, η σύνδεση με κλωστή, ράψιμο
✦ το σημείο της συναρμογής κομματιών υφάσματος ή δέρματος
✦ (ανατομ.) ραφές, τα οδοντωτά όρια στα οποία συνάπτονται τα οστά του κρανίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.