ραγάδα
Προφορά
Ετυμολογία
ραγάδα μεταγενέστερη ελληνική ῥαγάς
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ραγάδα
✦ μικρή σχισμή, ράγισμα, χαραμάδα, χαραματιά |(ιατρ.) γραμμοειδής ρωγμή του δέρματος που παρουσιάζεται ιδ. στα άκρα του σώματος, σκάσιμο |(ιατρ.) ρωγμή του δέρματος συν. γύρω από φυσικά στόμια (πρωκτός, θηλές των μαστών κτλ.)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–