ράστερ


ράστερ
Προφορά

Ετυμολογία
ράστερ └γερμ┘ Raster

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το ράστερ

✦ άθροισμα κουκκίδων που δημιουργούν οπτική εντύπωση αυξομειούμενου ή συνεχούς γκρίζου για την παράσταση όγκου, σχημάτων κτλ.
✦ βιομηχανοποιημένα φύλλα χαρτιού ή διαφανούς επιφάνειας με έτοιμα, τυπωμένα αθροίσματα κουκκίδων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.