ράγουλο


ράγουλο
Προφορά

Ετυμολογία
ράγουλο – Η ετυμολογία λείπει.

Ερμηνεία
ράγουλο

✦ μικρός τροχός που φέρει αυλάκωση στην περιφέρειά του που χρησιμεύει ως υποδοχή για ελκόμενο σκοινί

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.