προφίλ
Προφορά
Ετυμολογία
προφίλ └γαλλ┘ profil
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το προφίλ
✦ η πλάγια όψη του προσώπου, η κατατομή
✦ (μτφ. ) σύνολο χαρακτηριστικών, τρόπος συμπεριφοράς ατόμου, πολιτικού κόμματος κτλ. που προσελκύει τη δημόσια προσοχή: νέο πολιτικό προφίλ του κυβερνητικού σχήματος (Οικονομικός Ταχυδρόμος)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–