προστυχάντζα


προστυχάντζα
Προφορά

Ετυμολογία
προστυχάντζα πρόστυχος + κατάλ. -άντζα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η προστυχάντζα

✦ πρόστυχος άνθρωπος ή πρόστυχο εμπόρευμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.