προκατασκευή


προκατασκευή
Προφορά

Ετυμολογία
προκατασκευή μεταγενέστερη ελληνική προκατασκευή

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η προκατασκευή

✦ σύστημα κατασκευής που επιτρέπει την πραγματοποίηση έργου με τη χρησιμοποίηση τυποποιημένων δομικών στοιχείων, που κατασκευάζονται εκ των προτέρων και συναρμολογούνται βάσει προκαθορισμένου σχεδίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.