προκάτοχος


προκάτοχος
Προφορά

Ετυμολογία
προκάτοχος προκατέχω

Ερμηνεία
επίθετο┘ προκάτοχος -η, -ο

✦ ο προηγούμενος κάτοχος, ιδ. θέσεως, αξιώματος: οι προκάτοχοί του στο υπουργείο είχαν αμελήσει το θέμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.