προηγούμαι
Προφορά
Ετυμολογία
προηγούμαι αρχαία ελληνική προ-ηγοῦμαι
Ερμηνεία
└ρήμα┘ προηγούμαι -είσαι, -είται
✦ προπορεύομαι, βαδίζω μπροστά από άλλον ή άλλους
✦ (χρον.) επισυμβαίνω πριν από κάτι άλλο
✦ έχω προτεραιότητα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
έπομαι, ακολουθώ
Επιρρήματα
–