πριονιστός


πριονιστός
Προφορά

Ετυμολογία
πριονιστός πριονίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ πριονιστός -ή, -ό

✦ ο κομμένος με πριόνι
✦ οδοντωτός όπως το πριόνι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.