πριονίδι


πριονίδι
Προφορά

Ετυμολογία
πριονίδι πριονίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το πριονίδι

✦ απόξεσμα από πριονισμένο ξύλο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.