πολύσπορος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply πολύσποροςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/πολύσπορος.mp3Ετυμολογίαπολύσπορος αρχαία ελληνική πολύσπορος Ερμηνεία└επίθετο┘ πολύσπορος -η, -ο ✦ αυτός που έχει πολλούς σπόρους, καρποφόρος, γόνιμος ΣυνώνυμαπολύσπερμοςΑντίθετα–Επιρρήματα–