πολυψώνιο
Προφορά
Ετυμολογία
πολυψώνιο πολύς + ψώνιο
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το πολυψώνιο
✦ (οικον.) κατάσταση της αγοράς στην οποία συναλλάσσονται πολλοί αγοραστές που μπορούν να επηρεάσουν τη διαμόρφωση των τιμών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–